Τετάρτη, 19 Φεβρουαρίου, 2025

Έτσι είναι η ζωή...Βίλες, κομμουνισμός...
μαλλιά κουβάρια

spot_imgspot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

spot_img

ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Θέματα πολιτικής αγωγής: Η Μοναρχία

011014 Afixi Othona
Η άφιξη του Οθωνα στην Αθήνα το 1833. Πίνακας του Ρeter von Ηess


«Ουκ αγαθόν πολυκοιρανίη εις τύραννος έστω εις Βασιλεύς» Όμηρος
( Δεν είναι καλό η πολυαρχία, ένας άρχοντας ας υπάρχει, έστω ένας Βασιλεύς).

Μοναρχία είναι το πολίτευμα στο οποίο ο φορέας της πολιτικής εξουσίας είναι ο Μονάρχης. Η αρχή δηλαδή του ενός άρχοντα. Με τον όρο αυτό εννοούμε το πολίτευμα εκείνο μιας χώρας στην οποία φορέας της πολιτικής εξουσίας και ανώτατος άρχων είναι ένα φυσικό πρόσωπο, ο Μονάρχης. Κατά τον Αριστοτέλη ο όρος σήμαινε «ενός ανδρός αρχή» τόσο με τη μορφή της «Βασιλείας» όσο και με την μετατροπή της σε «τυραννία»(Πολιτικά 336-22 βιβλ. ΙΙΙ & V). Έκτοτε ο όρος διατηρήθηκε κατά μέγα μέρος για την «Βασιλεία».
Η Μοναρχία διακρίνεται αφ’ ενός μεν σε κληρονομική ή αιρετή ανάλογα με τον τρόπο που εκλέγεται ο Μονάρχης, αφ’ ετέρου δε εις απόλυτο ή περιορισμένη, αναλόγως δηλαδή του τρόπου εξασκήσεως της πολιτικής εις την χώρα. Το γεγονός ότι σε μία χώρα υπάρχει κληρονομικός άρχοντας (Βασιλεύς) δεν σημαίνει ότι η χώρα αυτή κυβερνάται μοναρχικώς όταν η εξουσία ασκείται υπό άλλων προσώπων και όχι από τον άρχοντα (Βασιλέα).

Κληρονομική και Αιρετή Μοναρχία
Κληρονομική Μοναρχία είναι εκείνη κατά την οποία η απόλυτη εξουσία προέρχεται διαδοχικώς εις την ίδια οικογένεια. Συχνότερα δε στα άρρενα μέλη της οικογένειας σπανιότερα εις τα θήλυ. Αιρετή Μοναρχία είναι εκείνη κατά την οποία εις την αρχή της εξουσίας ανέρχεται κάθε φορά Μονάρχης(Βασιλεύς) ο οποίος έχει εκλεγεί υπό ορισμένων οργάνων της πολιτείας.
Απόλυτος και Περιορισμένη Μοναρχία
Απόλυτος Μοναρχία είναι εκείνη η μορφή πολιτεύματος κατά την οποία ο Μονάρχης είναι ο μοναδικός φορέας πολιτικής εξουσίας μη δεσμευόμενος από κανένα νομικό περιορισμό. Η έλλειψη συντάγματος χαρακτηρίζει την απόλυτη μοναρχία. Όπου δε υπάρχει αυτό εκφράζει την απόλυτη θέληση του Μονάρχη αφού έχει δημιουργηθεί από τον ίδιο.
Περιορισμένη Μοναρχία είναι εκείνη κατά την οποία ο Μονάρχης είναι μεν τυπικά ο ανώτατος άρχων της πολιτείας αλλά για την άσκηση εξουσίας και ιδίως για την νομοθετική προϋποτίθεται και η ύπαρξη άλλου οργάνου της πολιτείας. Από το όργανο αυτό ο μονάρχης αποτελεί δεύτερο παράγοντα εις την άσκηση την νομοθετικής εξουσίας. Στη περιορισμένη Μοναρχία υπάρχουν δύο διακρίσεις. Η Συνταγματική Μοναρχία και η Κοινοβουλευτική Μοναρχία.

Συνταγματική και Κοινοβουλευτική Μοναρχία
Συνταγματική είναι η Μοναρχία όταν οι υπάρχουσες εξουσίες του Μονάρχη διαγράφονται ρητώς εις το σύνταγμα και περιορίζουν αυτόν εις την άσκηση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα οικία άρθρα του συντάγματος. Κοινοβουλευτική είναι η Μοναρχία κατά την οποία πλην των εκ του συντάγματος περιορισμών εις την άσκηση εξουσίας του Μονάρχη, τίθεται ως προϋπόθεσης της ισχύος των κυβερνητικών πράξεων και η υπογραφή του αρμοδίου υπουργού. Με την υπογραφή του συμφωνεί ως προς την αρχήν ότι το πρόσωπο του Μονάρχη (Βασιλέως) είναι ανεύθυνο οι δε υπουργοί αυτού υπεύθυνοι. Εις την κοινοβουλευτική Μοναρχία εξ άλλου, η κυβέρνησης(συνεπώς οι υπουργοί) πρέπει να τυγχάνουν της εμπιστοσύνης της βουλής. Ο δε Μονάρχης (Βασιλεύς) υποχρεούται κατά τον διορισμό της κυβερνήσεως και των υπουργών να λαμβάνει υπ’ όψιν την γνώμη της βουλής για τον σχηματισμό της κυβερνήσεως. Αντίθετα εις την συνταγματική Μοναρχία η κυβέρνησης δεν είναι ανάγκη να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της βουλής, ο δε Μονάρχης είναι ελεύθερος ως προς την εκλογή των υπουργών του. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία καλείται και Βασιλευόμενη, τυπικά δε διαφέρει της Αβασίλευτου .
Απόλυτος Μοναρχία ίσχυε στην Ελλάδα από το 1833 (από την ενθρόνιση δηλαδή του Όθωνος) μέχρι το 1843. Συνταγματική Μοναρχία είχαμε από το 1843 μέχρι το 1862 οπότε εκθρονίστηκε ο Βασιλεύς Όθων. Από το 1864 καθιερώθηκε στην Ελλάδα ουσιαστικά η Κοινοβουλευτική Μοναρχία η οποία ίσχυε και κατά την περίοδο 1924 – 1935, οπότε η χώρα είχε ως πολίτευμα Αβασίλευτη δημοκρατία. Κατά την τετραετία της 4ης Αυγούστου 1936 είχαμε Εθνικό Ολοκληρωτικό Καθεστώς. Μετά την λήξη του πολέμου και δια δημοψηφίσματος του 1946 επανήλθε στο θρόνο του ο Βασιλεύς Γεώργιος Β’. Επαναλειτούργησε η κοινοβουλευτική Μοναρχία μέχρι της εγκαθιδρύσεως της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας αρχικά δια του δημοψηφίσματος το 1969 της 21ης Απριλίου 1967 και στην συνέχεια με το νέο δημοψήφισμα της μεταπολιτεύσεως το 1973 και δια του Συντάγματος κατοχυρώσεως της.

Θετικά και αρνητικά της Μοναρχίας
Η Μοναρχία είναι η παλαιοτέρα μορφή κρατικής οργανώσεως. Συχνά συνοδευόταν από την πίστη περί της θείας καταγωγής του Μονάρχη ή περί θείου δικαιώματος του Μοναρχικού οίκου (ελέω θεού).Οι υποστηρικτές της Μοναρχίας ισχυρίζονται ότι παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήματα : α) Η οργάνωση του κράτους είναι απλή. α)Μπορεί και ενεργεί ταχέως και δραστήρια. γ) Μπορεί και ακολουθεί σταθερά και συνεχή πολιτική. δ)Εξασφαλίζει την ισχύ και την ενότητα στην διοίκηση και αποσοβεί κομματικές έριδες. ε) Ο Μονάρχης ο οποίος είναι υπεράνω όλων των κομμάτων και των τάξεων μπορεί να κυβερνά αμερόληπτα για το καλό όλων.
Η ισχυρότερα τώρα αντίρρησης είναι το ότι : α ) Δεν μπορεί δεν μπορεί να βρεθεί Μονάρχης ο οποίος θα κυβερνά αμερόληπτα για το καλό όλων. Η ιστορία αποδεικνύει ότι πρόκειται για πολύ σπάνιες περιπτώσεις. β) Επειδή δε ο Μονάρχης είναι η πηγή κάθε νόμου, τι τον εμποδίζει να παραβιάζει και τους δικούς του νόμους όταν και όποτε τον συμφέρει. γ) Ακόμη όμως σπουδαιότερη αντίρρησης είναι ότι, υπό Μοναρχικό καθεστώς δεν αναπτύσσεται εις τον λαό το ενδιαφέρον για τα κοινά και κοινωνική ενότητα που αποτελούν μέρος των σκοπών του κράτους.

Νίκος Παπαγεωργίου

ΜΑΥΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ