Για πολλά και διάφορα μπορεί να επαίρεται ή και να σεμνύνεται η “μεταπολίτευσις” και δικαίωμα της. Αλλά εκεί που σίγουρα ξεπέρασε και τα μαρξιστικά καθεστώτα (τα οποία πάντως γυρίσανε πλείστες πατριωτικές ταινίες για δικούς τους λόγους), είναι τα αναμφισβήτητα πρωτεία της, να αποσύρει να δαιμονοποιήσει, και στο τέλος να εξαφανίσει Ελληνικά κινηματογραφικά έργα που γυρίστηκαν – κατά μέγα μέρος – πριν την απόλυτη πολιτιστική της κυριαρχία (π.χ. “Η Γενιά των ηρώων”, “Δώστε τα χέρια”, “Γράμμος Βίτσι”, “Στα σύνορα της προδοσίας” κλπ). Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της περιπτώσεως αυτής, όμως αποτελεί το φιλμ “Παύλος Μελάς”, το οποίο από το 1974 και μετέπειτα και για 36 έτη δεν ξαναπροβλήθηκε ποτέ σε κινηματογράφο, αλλά κι’ ούτε μεταδόθηκε δημοσίως από κανένα Κρατικό ή μεγάλο ιδιωτικό κανάλι.
Διόλου παράξενο πάντως μιας και τυγχάνει ταινία έντονα Ελληνοκεντρική, αλυτρωτική, και ξεκάθαρα πατριωτική. Να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο έργο στην Α’ προβολή του (περίοδος 1973-1974), “έκοψε” 433.000 εισιτήρια μόνο σε Αθήνα-Πειραιά και Προάστια. Δεδομένου ότι την εποχή εκείνη υπήρχαν κινηματογράφοι σε πολλά χωριά, και ότι οι εκπαιδευτικές αρχές πρόετρεπαν και διευκόλυναν τις διευθύνσεις των σχολείων, να το βλέπουν δωρεάν ομαδικά οι μαθητές, οι θεατές της ταινίας εύλογα ανέρχονται σε υψηλότατους αριθμούς-ρεκόρ.
Άλλωστε οι καλλιτέχνες και οι πάσης φύσεως συντελεστές της, την χρονιά εκείνη ήταν ήδη είτε φτασμένα είτε ανερχόμενα και σοβαρά ταλέντα στο αντικείμενο τους. Το έργο έχει επίσης την αρετή, εκτός από υπέρ-παραγωγή της εποχής (αρχική διάρκεια 195 λεπτά) με γυρίσματα σε φυσικούς χώρους, να διαπραγματεύεται (σε βάθος και σε εύρος) το παρασκήνιο και το προσκήνιο του Μακεδονικού αγώνος σε στρατιωτικό και διπλωματικό πλαίσιο πέραν της ζωής του ίδιου του Παύλου Μελά.
Εμφανίζονται οι χαρακτήρες και οι στάσεις Μακεδονομάχων, στρατιωτικών, κληρικών, εθελοντών, απλών χωρικών και χαρακτηριστικοί τύποι όλων των αντιμαχόμενων παρατάξεων, π.χ. Γίνεται αναφορά στην Κρητική Επανάσταση καθώς και στην Εθνική Εταιρεία. Αναφορές (αρνητικές) γίνονται και στις “μεγάλες δυνάμεις” της εποχής πάνω στο εθνικό θέμα. Παρακολουθώντας κανείς την ταινία μπορεί εύκολα, εύληπτα αλλά και ψυχαγωγούμενος (με την ακριβή έννοια του όρου) να μπει στο πνεύμα της εποχής να προβληματιστεί να συζητήσει με το περιβάλλον του, και να βρει κίνητρο για αρτιότερη μελέτη αναζητώντας τα σχετικά βιβλία ιστορίας.
Φυσικά το αποεθνικοποιημένο εν πολλοίς μεταπολιτευτικό κατεστημένο αυτό ακριβώς δεν ήθελε να συμβεί. Δηλαδή να συντηρηθεί η μνήμη και να προβληθεί η εθνική μας ιστοριογραφία μέσω της 7ης τέχνης. Σήμερα το έργο δεν κυκλοφορεί σε DVD, ούτε πωλείται ενώ στο διαδίκτυο μπορεί να “δει” κάποιος μόνο μια περικεκομμένη χρονικά και μέτρια σε τεχνική απόδοση “κόπια”.
Η πατριωτική ατμόσφαιρα στο σπίτι όπου ανδρώνεται ο Παύλος Μελάς δημιουργεί τρομερή αντίθεση με τα σημερινά πρότυπα των “μεγαλοαστών” της εποχής μας. Η αλληλογραφία του κεντρικού ήρωα οι διαξιφισμοί και οι διχόνοιες των βουλευτών της εποχής είναι αυθεντικές και διδακτικότατες για το σήμερα. Το περιστατικό της προσκλήσεως σε μονομαχία μεταξύ των δύο αξιωματικών είναι γεγονός. Στην πρώτη αποστολή συμμετείχαν 4 αξιωματικοί οι Κοντούλης, Μελάς, Πάππουλας και Κολοκοτρώνης.
Οι δύο πρώτοι υπέβαλλαν αναφορές διαφορετικές από τους άλλους κι’ αυτό προκάλεσε μονομαχία Μελά – Κολοκοτρώνη όπου ο Παύλος απλώς τραυμάτισε – επί τούτου – μόνον ελαφρά τον αντίπαλον του. Τότε δεν υπήρχαν τηλεοπτικά, παράθυρα, αλλά ούτε και οι άνθρωποι που κάνουν τα πάντα για να βγουν οι διαφορές τους στην δημοσιότητα.
Το ποτάμι που περνούν οι ηθοποιοί είναι ο Αλιάκμονας ένα από τα τρία περάσματα των εθελοντών προς την κατεχόμενη Μακεδονία. Η κατάδοση του Μελά, η παγίδα, η συμπλοκή, ο θανάσιμος τραυματισμός, και η εντολή του σε συναγωνιστές, και στον υιό του να συνεχίσουν τον αγώνα είναι επίσης ιστορικά γεγονότα κι’ όχι σκηνοθετική μυθοπλασία.
Το ιστορικό πλαίσιο
Η ταινία αν και μυθοπλασίας στηριζόμενη κυρίως στην βιογραφία του Παύλου Μελά, δεν απέχει ιδιαίτερα από τα δρώμενα της εποχής. Αρχίζει με την απαγωγή και το φόνο μιας Ελληνίδας δασκάλας, η οποία δεν δέχεται να εκβουλγαριστεί και στα επιχειρήματα της καταρρίπτει τον ψευδή καιροσκοπικό λόγο της Βουλγαρικής Προπαγάνδας. Προβάλλεται έτσι η συμβολή των ηρωικών γυναικών που ήταν και πραγματικότητα. (Σήμερα οι δασκάλες απλώς “μετατίθενται” από την Θράκη και από την κατεχόμενη Κύπρο για να μην δημιουργούν και προβλήματα).
Η αισθητική της ταινίας
Η καλλιτεχνική αξία του έργου είναι υψηλοτάτη, και σε τεχνικές λήψεις, και σε αισθητική απόδοση. Θα περιοριστούμε μόνο σε ενδεικτικές αναφορές. Οι ένοπλοι ιππείς που καλπάζουν με κάθετη λήψη κάτω από τις στήλες του Ολυμπίου Διός, καθώς και οι μαυροφόρες γυναίκες που συνοδεύουν το σώμα του ήρωα με ειδικές λήψεις ευρυγώνιων φακών, ώστε να φαίνονται σαν χορός αρχαίας τραγωδίας, συνδέουν το τότε με το αρχαίο Ελληνικό παρελθόν.
Οι σκηνές πάλι μέσα στις αχνοφωτισμένες σιωπηλές εκκλησίες εισάγουν στον σοβαρό μυστικισμό της Ορθοδοξίας. Οι μονόλογοι – επιστολές του Παύλου”… μια άγνωστη πολύ μεγάλη δύναμη με ωθεί διαρκώς στην Μακεδονία” αποτυπώνουν την έμφυτη μεταφυσική – που ήταν πασιφανής – στον αυτοθυσιαζόμενο πρωταγωνιστή.
Ο μακεδονομάχος Ντίνας που (όπως και συνέβη) τρέχει μέσα στα έλη να κρύψει το κομμένο κεφάλι του Παύλου για να μην αναγνωριστεί, βγαίνει κατευθείαν από τις σελίδες του έπους των κλεφταρματωλών του 1821 μέσα από το ποίημα ο “Aστραπ;oγιανος” του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. (Ο Λαμπέτης υπαρχηγός του Αστραπόγιαννου τρέχει και θάπτει μυστικά το κεφάλι του αρχηγού του για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων, μετά από φονική μάχη στην περιοχή του Ασπροποτάμου).
Εξαίσια είναι επίσης η σκηνή όπου οι Μακεδονομάχοι κατεβαίνοντας από τα χιονισμένα βουνά, φέρνουν μαζί τους και την άνοιξη της ελευθερίας, αφού η φύση που τους υποδέχεται εμφανίζεται σταδιακά ως ανοιξιάτικη πλέον. Την ίδια σκηνή θα ξαναδούμε στα 1981, μόνο στο μυθικό κινηματογραφικό έργο “Εξκάλιμπερ” ,όταν οι ιππότες ενώνονται και πάλι για την σωτηρία της πατρίδος, και τότε κάτω από τον ήχο των Carmina Burana μετά τον καλπασμό τους, κάθε κομμάτι τεφρής γης ξανανθίζει με μαγικό τρόπο.
Οι λήψεις στο σπίτι της Στάτιστας, όπου ο ήρωας με βάθος στην κάμερα, μόνο τις φλόγες της εστίας αναπολεί τις προηγούμενες στιγμές της ζωής του, στερεώνουν λαμπρά τις αντιθέσεις της μαγείας του κινηματογράφου. Κορυφαία όμως σκηνή είναι αυτή της συνάντησης των εθελοντικών σωμάτων όπου ομαδικά απαγγέλλεται ο Εθνικός Ύμνος, και τότε στις τελευταίες στροφές του ένας λαμπρός ηλιακός δίσκος διαπερνά ολόφωτος και αναδυόμενος τα συμβολικά μαύρα σύννεφα της σκλαβιάς και τους καπνούς του πολέμου.
Τα μουσικά κομμάτια της ταινίας τυγχάνουν επίσης κορυφαία. Από το κλέφτικο “Ένας αητός” που τραγουδιέται στο γλέντι των πολεμιστών, μέχρι το “Σε κλαίει λαός…” που τραγουδά η Δήμητρα Γαλάνη σε μελοποιημένους στίχους Κωστή Παλαμά. Και φυσικά το εμβατήριο του Παύλου Μελά που ακούγεται σε εναλλασσόμενες χαμηλές και υψηλές κλίμακες δημιούργημα μοναδικό του μεγάλου μουσουργού Γιάννη Σπανού.
Αντί επιλόγου
Το έργο ακόμη και σήμερα 36 έτη μετά στέκει καλλιτεχνικά αγέραστο, αισθητικά αξεπέραστο και ιστορικά ανεκτίμητο για τον Ελληνικό κινηματογράφο. Οι ίδιοι οι συντελεστές δώσανε άλλωστε τον καλύτερο τους εαυτό. Οι δε τότε κυβερνητικοί παράγοντες προσφέρανε αξιόλογη βοήθεια και αρωγή. Και η αρωγή αυτή ήταν φυσικά μια ακόμη – σοβαρή – αιτία για την σημερινή εξαφάνιση της ταινίας.
Η ιστορία μας αναγκάζει πάντως να χρεωστούμε θερμές ευχαριστίες στο Κυπριακό Ελληνορθόδοξο Ίδρυμα “ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ” που μέσω της “ELPIS FILM” πριν πολλά χρόνια, αυτό και μόνον, διέσωσε την ταινία και την κυκλοφόρησε σε μορφή βιντεοταινίας (VHS), στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ιδιωτικά.
Οι συντελεστές της ταινίας
Σκηνοθεσία: Φίλιππος Φυλακτός
Σενάριο: Αντώνης Δαυίδ
Ηθοποιοί: Λάκης Κομνηνός, Καίτη Παπανίκα, Γιάννης Αργύρης, Νίκος Απέργης, Βέρα Κρούσκα Μπεάτα Ασημακοπούλου, Νίκος Βασταρδής, Γρηγόρης Βαφιάς, Λευτέρης Βουρνάς, Άννα Βαγενά, Φαίδων Γεωργίτσης, Νίκος Δενδρινός, Παντελής Ζερβός, Ελένη Θεοφίλου, Γκίκας Μπινιάρης, Ανδρέας Φιλιππίδης, Μάκης Ρευματάς, Δημήτρης Καλλιβωκάς, Αρτέμης Μάτσας, Λίλυ Παπαγιάννη, Νάσος Κεδράκας, Λευτέρης Γυφτόπουλος, Τάκης Βουλαλάς, Νίκος Λυκομήτρος, Κώστας Μπαλοδήμος, Κώστας Παπαχρήστος, Σταύρος Φαρμάκης, Κώστας Φραγκόπουλος, Νίκος Αναγνωστάκης, Έρση Δοξακόπουλου.
Παραγωγή: Φίλλιπος Φυλακτός
Σενάριο: Αντώνης Δαϋίδ
Φωτογραφία: Σταμάτης Τρύπος
Σκηνικά/ κοστούμια: Γιάννης Καρύδης, Νίκος Απέργης
Α’ Προβολή: 4 Φεβρουαρίου 1974
Ένας «εξαφανισμένος» μουσικός δίσκος
Την μουσική έγραψε όπως προαναφέραμε ο Γιάννης Σπανός και είναι καθαρά επικού χαρακτήρα. Στα 1974 κυκλοφόρησε δίσκος βινυλίου (L.P.) 33 στροφών που περιελάμβανε το τραγούδι της Δ. Γαλάνη, το εμβατήριο, και άλλα ορχηστρικά κομμάτια της ταινίας (Μακεδονομάχοι, Κωνσταντινούπολις, Ταφή, Θρήνος, Μακεδονικό τοπίο κλπ). Παρομοίως με την ταινία ο δίσκος “εξαφανίσθηκε” παντελώς από την αγορά. Στους συλλέκτες Ελληνικών δίσκων θεωρούταν ο δεύτερος πιο σπάνιος (μετά τον δίσκο για το έργο του Δ. Κολλάτου «Οι Έλληνες») στην τοπική αγορά. Π.χ. το 2001 σε εφημερίδα αγγελιών – καινούργιος – επωλείτο 100.000 δρχ. ποσό υψηλότατο με την αξία του νομίσματος τότε. Ευτυχώς το 2006 ο δίσκος επανακυκλοφόρησε σε συλλεκτική και αριθμημένη έκδοση (L.P.) βινυλίου αλλά και σε C.D. όπου αναγράφεται και μικρό ιστορικό της ταινίας, αν, και από αβλεψία στο κείμενο υπάρχει ένα ιστορικό λάθος καθώς τον Παύλο σκότωσε τουρκικό απόσπασμα και όχι οι ίδιοι οι κομιτατζήδες, οι οποίοι τον κατέδωσαν. Επίσης κυκλοφόρησε με άλλο εξώφυλλο , αλλά πέραν αυτών η μουσική του είναι μοναδική.
Πέτρος Μυλωνάς