του Δημήτρη Ζαφειρόπουλου
Είναι πολλά τα ψώνια που εμφανίζονται μετά τις εκλογές ή ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός γράφοντας: «εμείς σας τα είχαμε πει, τα είχαμε προβλέψει όλα». Άλλα πάλι, ψώνια, εμφανίζονται μετά τις εκλογές και υποστηρίζουν ότι μιλάνε τώρα επειδή «δεν ήθελαν να επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα».
Ο γράφων, αναφέρεται τώρα στις εκλογές, γιατί αισθάνεται ότι για μία ακόμη φορά οφείλει να γκρινιάξει για δύο σημαντικά γεγονότα. Το πρώτο είναι η τραγική αποτυχία του «πατριωτικού χώρου» στις εκλογές και το δεύτερο η ακατάσχετη μπουρδολογία που επικρατεί στο θέμα της ένωσης ή της μη ένωσης και το μέλλον του «πατριωτικού χώρου».
Η αποτυχία αυτού λοιπόν του χώρου, δεν εδράζεται στην μη ένωση κάποιων κομμάτων και κομματιδίων. Ούτε και στην αποτυχία της Χρυσής Αυγής να μπει στην βουλή, ούτε και στην επιτυχία του Βελόπουλου να εισέλθει σε αυτήν. Ο πατριωτισμός, ο εθνικισμός, η «δεξιά» απέτυχε γιατί μετά από μία κυβέρνηση αριστεράς, για πρώτη φορά και μετά το ξεπούλημα της Μακεδονίας, κατάφερε να μην εισπράξει τίποτα.
Αντίθετα γιγάντωσε την αστική δεξιά, κεντροδεξιά ή κέντρο (μην θυμώσει ο πρωθυπουργός μας). Απέτυχε γιατί η Αριστερά δεν καταποντίστηκε εκλογικά, απλά μοίρασε την τράπουλα των ψήφων της, περιμένοντας στην γωνία.
Ένωση ή πολτός;
Αλλά ας πάμε και στο περίφημο ζήτημα της ένωσης και της συνεργασίας των πατριωτικών δυνάμεων, που για πολλούς έγινε αυτοσκοπός. Αυτοσκοπός όχι για την ουσία της σύζευξης ενός πατριωτικού χώρου, αλλά για να μπορέσουν να παραγοντίσουν ή να κριτικάρουν ανέξοδα από τον καναπέ τους. Συνονθύλευμα υπήρξαν οι φωνές που μετά τις ευρωεκλογές μίλησαν για την αποτυχία του «χώρου» να ενωθεί, κοινή συνισταμένη αυτών, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, η μη ένταξή τους σε κάποιο από τα κόμματα αυτά και η μη έκθεσή τους ποτέ ή έστω εδώ και χρόνια σε εκλογές. Σας κριτικάρουμε δηλαδή από τον υπολογιστή μας αλλά αποτελούμε κεφάλαιο για τον «χώρο» και δεν λερώνουμε τα χέρια μας με ψηφοδέλτια, παρά μόνο, ίσως, αν η εκλογή μας είναι σίγουρη.
Ο «πατριωτικός» χώρος δεν μπορεί και, κατά την γνώμη μου, δεν πρέπει να ενωθεί, ειδικά μετά τα τελευταία εκλογικά δεδομένα. Δεν μπορεί να ενωθεί γιατί ακόμη και αν γίνει αυτό θα είναι ένας πολτός διαφορετικών επιδιώξεων και φιλοδοξιών. Δεν μπορεί να γίνει ένωση γιατί, μας αρέσει δεν μας αρέσει, υπάρχει ο ανθρώπινος παράγοντας. Δεν είμαστε αριστεροί για να έχουμε «back up» την μαρξιστική «θεολογία» και έναν εύκολο «αντιφασισμό». Είμαστε Έλληνες και το «γινάτι» το κουβαλάμε ιστορικά στο DNA μας και ευτυχώς ή δυστυχώς έχουμε κρατήσει την έννοια του χαρισματικού στο πολιτικό ντουλάπι μας.
Αλλά δεν πρέπει και να ενωθεί ο «πατριωτικός» χώρος, γιατί αν γίνει ποτέ σημαίνει ότι έχει επικρατήσει η αποϊδεολογικοποίηση και σε εμάς. Δήλωνα και δηλώνω Εθνικιστής, δεν αισθάνομαι ούτε ντροπή, ούτε ότι είμαι παρωχημένος εξαιτίας αυτού. Γι’ αυτό δεν μπορώ να συνεργαστώ με έναν πατριώτη δεξιό που θεωρεί τον Αντετοκούμπο Έλληνα. Δεν μπορώ να συνεργαστώ με έναν φιλελεύθερο πατριώτη που στα οικονομικά στο μόνο που διαφέρει από την ΝΔ είναι η επιλογή του υπουργού Οικονομικών. Δεν μπορώ να συνεργαστώ με έναν αριστερό πατριώτη που δοξάζει τον Βενιζέλο και τιμά την «αντίσταση κατά της χούντας».
Μακριά και αγαπημένοι ώστε να λέμε και μία καλησπέρα άμα βρεθούμε σε μία εκδήλωση. Ο καθένας να κάνει τον αγώνα του με βάση τα πιστεύω του και ας κριθεί εκ του αποτελέσματος.
Εκλογική δοξολογία
Για να μην παρερμηνευτούν τα παραπάνω, δεν δηλώνω αντίθετος στην εκλογική διαδικασία. Υπήρξα πολλές φορές υποψήφιος και επικεφαλής συνδυασμών σε εκλογές, με μερική και καθόλου επιτυχία. Θεωρώ όμως μεγαλύτερη επιτυχία το ότι τις περισσότερες φορές ως οργανωτής γέμισα πλατείες, δρόμους και αίθουσες ομιλιών. Ακριβώς εδώ βρίσκεται και η ουσία της κριτικής μου έναντι της ένωσης που αποβλέπει μόνο σε εκλογικές διαδικασίες, χωρίς ιδεολογική ουσία, χωρίς κινηματισμό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Χρυσή Αυγή. Μακριά από εμένα το να εκφράσω κακίες λόγω της εκλογικής της ήττας. Υπάρχουν εξάλλου πρόθυμοι τόσοι πρώην βουλευτές της και έμμισθα στελέχη της που θέλουν να την σκυλεύσουν. Η Χρυσή Αυγή δεν απέτυχε στις 7 Ιουλίου του 2019, αλλά τον Μάιο του 2012 με την είσοδό της στην βουλή. Τότε που δεν μπόρεσε, δεν θέλησε, να συνταιριάξει το κίνημα με το κόμμα, να δημιουργήσει στελέχη και όχι καρεκλοκένταυρους. Τότε που δεν κατάλαβε ότι η επιτυχία της οφείλεται στην οργή, που έχει όμως ημερομηνία λήξης και δεν μετουσίωσε την λαϊκή οργή σε κρίσιμη μάζα ανατροπής.
Για τα ποινικά τους ζητήματα, το έχουμε ξαναπεί ότι θεωρούμε άδικη την δίωξή της αλλά έδωσε δικαιώματα σε ένα σύστημα που δεν ξεχνά.
Το πιο τραγικό ήταν, παραμονές εκλογών, η προσπάθειά της να κάνει ανοίγματα στον υπόλοιπο χώρο και αυτό όχι με βάση κάποια ιδεολογική ή κινηματική αναφορά αλλά, απλά, για την κοινοβουλευτική της επιβίωση.
Όσον αφορά την Ελληνική Λύση δεν μπορούμε να κάνουμε τον προφήτη. Απλά μας κάνει ντεζαβού πολύ με τον ΛΑ.Ο.Σ. του Γιώργου Καρατζαφέρη. Πολύ αρχηγισμός, πολύ τηλεόραση, λίγο κόμμα, ανθρώπινος και ιδεολογικός αχταρμάς με βάση έναν γενικό και άχρωμο πατριωτισμό. Ίδωμεν.
Μέλλον υπάρχει!
Αφού λοιπόν γκρινιάξαμε και κριτικάραμε σχεδόν τους πάντες (σίγουρα πάντως κάτι θα ξεχάσαμε) το ερώτημα που φυσικά τίθεται είναι το τι μέλλει γενέσθαι. Έχει ο Εθνικισμός μέλλον στην χώρα μας; Και γράφω «Εθνικισμός» γιατί αυτός με ενδιαφέρει, όσοι αυτοπροσδιορίζονται διαφορετικά ας βρούνε λύσεις μόνοι τους.
Ναι λοιπόν, ο Εθνικισμός έχει μέλλον γιατί εδράζεται στους ανθρώπους, στους αγωνιστές και όχι σε ευκαιριακές εκλογικές επιτυχίες. Και αγωνιστές υπάρχουν πολλοί, νεότεροι κυρίως αλλά και μεγαλύτεροι. Έχει μέλλον γιατί μας κυβερνά πλέον μία νεοφιλελεύθερη κλίκα, που θα διαψεύσει οικτρά τις όποιες ελπίδες έχει εναποθέσει επάνω της η κοινωνία. Έχει μέλλον γιατί όπως είπε και ο Alexis: «δεν τελειώσατε με την αριστερά» και αυτό θα φέρει μία συγκρουσιακή κατάσταση στην κοινωνία που, μόνον οι Εθνικιστές μπορούν ιδεολογικά και πεζοδρομιακά να βρεθούν απέναντι σε αυτήν την αριστερά.
Είμαι μέλος του Εθνικού Μετώπου γιατί δηλώνει εθνικιστικό, δεν είναι αρχηγικό, έχει καταστατικό όργανο και κυρίως θέσεις. Είμαι μέλος του Μετώπου γιατί είναι ανοιχτό απέναντι σε όλους όσους θέλουν να αγωνιστούν, βρίσκοντας κοινές συντεταγμένες, κινηματική όρεξη και είναι πρόθυμο να διορθώσει και ν’ αλλάξει όντας μη μονολιθικό προϊόν αυτοϊκανοποίησης. Γι’ αυτό καλώ όσους έχουν όρεξη να αγωνιστούν, δεν ντρέπονται να δηλώνουν Εθνικιστές ή δεν φοβόνται να συνεργάζονται μαζί τους, να βρεθούν δίπλα μας και μαζί ισότιμα και από τα κάτω να φτιάξουμε έναν εθνικισμό που δεν αρέσκεται στο λίγο αλλά απαιτεί το πολύ.
Αλλά τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Οι εθνικιστές, οι πατριώτες που δεν είναι του καναπέ, έχουν ήδη ένα ραντεβού. Τον Σεπτέμβριο στην Αθήνα θα γίνει μία μεγάλη ανοιχτή εκδήλωση για να μην ξεχαστεί το Μακεδονικό. Το ραντεβού είναι ενωτικό στην πράξη και όχι στα λόγια και, κυρίως, είναι κινηματικό ώστε ούτε η αριστερά, ούτε η «δεξιά» να τύχει καμιάς ανοχής.