γράφει ο Μιχάλης Τάντης
Η προπαγάνδα των νεοφιλελεύθερων και των συντρόφων τους κομμουνιστών, είναι γνωστό ότι εκδηλώνεται με ομοβροντίες ψεμάτων και ύβρεων για τις ιδεολογικές θέσεις μας. Φυσικά, ύβρεις δίχως αποδέκτη δεν υπάρχουν. Η 21η Απριλίου 1967 και οι ηγέτες της, είναι οι πιο συχνοί αποδέκτες του λεκτικού τους εμετού. Είναι όμως μόνο ο Παπαδόπουλος ή ο Παττακός; Όχι βέβαια!
Είναι και κάποιος άλλος, τον οποίο δεν αναφέρουν και πολύ συχνά… Ο Ιωάννης Μεταξάς, ο μεγάλος αυτός άνδρας, μπορεί να είναι μισητός σε αυτούς, αλλά δεν αναφέρονται σε αυτόν τακτικά.
Και πως να τον αναφέρουν;
Είναι επιχειρηματολογικά δειλοί να αντιμετωπίσουν τον Μεταξά, τις ιδέες και τα έργα του.
Θα έπρεπε να μας πουν κάτι υποτιμητικό για έναν από τους καλύτερους επιτελικούς αξιωματικούς εκείνης της εποχής. Για τον αξιωματικό που υπέγραψε για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, την στιγμή που εκείνοι υπέγραψαν την προδοσία της.
Θα έπρεπε να μας πείσουν για το “ανάξιο” του Μεταξά που απελευθέρωσε δυο φορές (ως αξιωματικός και ως Κυβερνήτης) τη Βόρειο Ήπειρο.
Τι θα μας έλεγαν για τις κοινωνικές, εργασιακές και λοιπές μεταρρυθμίσεις της 4ης Αυγούστου 1936; Θα διαφωνούσαν για το οκτάωρο ή την δεκαπενθήμερη άδεια; Για την πάταξη της εργασίας για τα παιδιά; Για την διαγραφή χρέους, τι θα έλεγαν εκείνοι που το πολλαπλασίασαν;
Για την ανάληψη της ύψιστης ευθύνης τα τελευταία 100 χρόνια; Μας λένε ότι το “ΟΧΙ” το είπε ο λαός και όχι ο Μεταξάς. Αν το δεχτούμε, η πορεία έδειξε ότι όσα “όχι” και αν πει ο λαός, χρειάζεται ένας ηγέτης να το εφαρμόσει…
Ανίκανοι ακόμη και για αυτό. Ο Ιωάννης Μεταξάς, ο αφοσιωμένος οικογενειάρχης, ο καλλιεργημένος άνθρωπος, ο μπαρουτοκαπνισμένος αξιωματικός και ο εθνεγέρτης πολιτικός δεν είναι εύκολος στόχος. Βασικά δεν είναι καν στόχος για τους αντιπάλους μας.
Η ενότητα των Ελλήνων δια της υγιούς πειθαρχίας και η προσήλωσης στο εθνικό καλό, δεν αντιμετωπίζονται εύκολα από αυτούς, που για τον προσωπικό τους πλουτισμό προδίδουν τα πάντα.
Η 4η Αυγούστου, είτε τους αρέσει είτε όχι, αποτελεί για πολλούς από εμάς έναν φάρο που λάμπει από το παρελθόν και φωτίζει για το μέλλον.
Μπορεί οι σημερινοί πολιτικοί να τον αγνοούν, αλλά για εμάς το σύνθημα παραμένει.
Παραμένει ίδιο, αναλλοίωτο και σταθερό, όπως εκείνη τη νύχτα: Alors, c’est la guerre!