250716 KYPROS
ΚΟΥΠΕΣ 1821-2021

250716 KYPROSΚύπρος, 13 Αυγούστου 1974.  Διαπραγματεύσεις στη Γενεύη. Στην Αθήνα είχε αναλάβει από τις 24 Ιουλίου η Κυβέρνηση του ψευτοεθνάρχη Καραμανλή. Η Κυβέρνηση της μεταπολίτευσης.

O υπολοχαγός Νικόλαος Σκαρλάτος, από το Σιδηρόκαστρο, διοικητής, τότε, της Γ΄ Πυροβολαρχίας, της  183 ΜΠΠ, αφηγείται στο προσφάτως εκδοθέν βιβλίο του, «Ήμασταν Κάποτε Πυροβολητές», εκδόσεις Επιφανείου, Λευκωσία:

«Ο Έλληνας υπουργός εξωτερικών Γεώργιος Μαύρος δηλώνει μετά το ναυάγιο των συνομιλιών: «Μεταξύ πολέμου και ταπεινώσεως, θα επιλέξουμε τον πόλεμο». Επρόκειτο περί δόγματος το οποίο εφαρμόσθηκε από τους προπάτορές μας, στους αιώνες των αιώνων, δια μέσου των οποίων η Ελλάς εδοξάσθη. Οι προπάτορές μας όμως πίστευαν και εφάρμοζαν το δόγμα. Ο Μαύρος όμως  παρίστανε τον ήρωα εκ του ασφαλούς. Για ποίον πόλεμο μιλούσε; Υπήρχε δυνατότητα περαιτέρω αντίστασης; Όλο το διαρρεύσαν διάστημα από τις 23 Ιουλίου μέχρι το δεύτερο Αττίλα η κυβέρνηση Καραμανλή τηρούσε την δήθεν εκεχειρία και άφηνε ανενόχλητους τους Τούρκους να ξεφορτώνουν άρματα και στρατό και να διευρύνουν το προγεφύρωμα.»

Η Ελλάδα διέθετε την υπεροπλία και μπορούσε να κτυπήσει με τα υπερσύγχρονα Φάντομ τα αποβατικά των Τούρκων. Μπορούσε να καταναυμαχήσει τον αποβατικό στόλο  με τα επίσης υπερσύγχρονα υποβρύχια. Μπορούσε να ξεφορτώσει άρματα για να πολεμήσει τα τούρκικα άρματα. Πολλά μπορούσε να κάνει η Ελλάδα. Οι προδότες όμως δεν της επέτρεψαν να κάνει τίποτα.  Η Ελλάδα μπορούσε και ήθελε να κτυπήσει τους Τούρκους και να τους διαλύσει. Τους είχε στο στόχαστρο. Μπορούσε όχι μόνο να αποτρέψει την εισβολή αλλά και να κατανικήσει τους Τούρκους, να κηρύξει την Ένωση και να φτάσει μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Δεν το ήθελαν όμως οι προδότες και οι πάτρωνές τους να νικηθούν οι Τούρκοι. Δεν επέτρεψαν στην Ελλάδα να πατήσει τη σκανδάλη. Ο πόλεμος ήταν σικέ. Σικέ και οι δηλώσεις του Μαύρου.

 Ο Μιχαήλ Καλογερόπουλος,  το 1964,  στις μάχες της Τηλλυρίας,  ήταν νεαρός ανθυπολοχαγός και μόνος αρχικά αλλά και στη συνέχεια μαζί με τον τότε ταγματάρχη Νικόλαο Ντερτιλή, είχαν γράψει το έπος της Τηλλυρίας. Το 1974 ήταν ταγματάρχης και ο διοικητής του 203 Τάγματος Επιστράτων, που εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση κατά του Τουρκικού Θύλακα Λεμεσού και σε ελάχιστο χρόνο τον κατέλαβε. Σήμερα είναι απόστρατος αξιωματικός και αφηγείται:

«Τα σχέδια των τούρκων ήταν ξεκάθαρα. Απέβλεπαν στην κατάληψη της Κύπρου. Όποιος διέθετε στοιχειώδη στρατιωτική παιδεία μπορούσε να το αντιληφθεί. Οι Τούρκοι δημιούργησαν το προγεφύρωμα. Στην ανακωχή απέβλεπαν να διευρύνουν το προγεφύρωμα για να εξαπολύσουν οργανωμένη επίθεση στη συνέχεια, για την κατάληψη της Κύπρου.

Η κυβέρνηση Καραμανλή όχι μόνο αδρανούσε αλλά προέβαινε και σε μετατάξεις των αξιόμαχων αξιωματικών,  που γνώριζαν το έδαφος, που γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα. Που είχαν ψυχικό δεσμό με τους στρατιώτες τους. Που πολέμησαν τον Αττίλα 1. Ο Καραμανλής εφάρμοζε το σχέδιο αποχουντοποίησης και άφηνε ανοχύρωτη την Κύπρο.  Η προτεραιότητά του και η έγνοια του  δεν ήταν η υπεράσπιση της Κύπρου  αλλά η εδραίωση του νέου καθεστώτος.  Έστελνε τους μάχιμους αξιωματικούς στην Αθήνα και από εκεί στο πουθενά  και στη θέση τους έφερνε πιστούς στο νέο καθεστώς αξιωματικούς, άσχετους με τον πόλεμο.

Εξοργισμένος για την κατάσταση επισκέφθηκα στις 5 με 6 Αυγούστου τον τότε αρχηγό της Εθνικής Φρουράς για να διαμαρτυρηθώ και να ζητήσω να μεταφερθώ με το αξιόμαχο τάγμα μου στην πρώτη γραμμή, για  να ανακόψουμε την προέλαση.  Αρχηγός ήταν ο στρατηγός Ευθύμιος Καραγιάννης. Τον βρήκα ξάγρυπνο, απελπισμένο. Σε απόγνωση.  Μου προκάλεσε εντύπωση η πρώτη του κουβέντα. Με ρωτούσε το λόγο γιατί ο Μακάριος και ο Καραμανλής ζητούσανε, εκείνες τις μέρες,  ειδικά εμένα, «την κεφαλή μου επί πίνακι».  Τον Μακάριο τον γνώριζα από μικρός και ήταν γνωστή η στάση μου απέναντί του. Του το είχα δηλώσει άλλωστε κατάμουτρα: «θα καταστρέψεις την Κύπρο». Με τον Καραμανλή δεν είχα συναντηθεί, μέχρι τότε, ποτέ.

Ζήτησα από τον Αρχηγό να κτυπηθούν οι Τούρκοι πάση θυσία. Να μην προελάσουν άλλο. Ο Στρατηγός μου δήλωσε ότι οι πολιτικοί του είχαν δέσει τα χέρια. Τον είχαν διατάξει να μην εκδηλώσει καμία επιθετική  ενέργεια και να δεσμευθούν τα πυρά του πυροβολικού.

Για να αρθούν οι διαταγές έπρεπε να πεισθούν οι πολιτικοί. Επισκέφθηκα τότε τον Κληρίδη, ο οποίος ενώ του μιλούσα με κοίταζε μ΄ ένα απλανές βλέμμα. Μετέβηκα τότε  στο Υπουργείο Εξωτερικών και έπεισα τον Υπουργό κο Δημητρίου να τηλεφωνήσει του Έλληνα υπουργού Γεωργίου Μαύρο να ζητήσει να αρθεί η εκεχειρία, να σταλούν ενισχύσεις στην Κύπρο και να κτυπηθούν οι Τούρκοι. Ο κος Δημητρίου ενημέρωσε τον Μαύρο για τις παραβιάσεις της εκεχειρίας από τους Τούρκους και για τις ωμότητές τους εις βάρος του Ελληνισμού και ζήτησε ό, τι έπρεπε. Η απάντηση του Μαύρου ήταν περίπου : «δεν πειράζει, αφήστε τους να τα κάνουν όλα αυτά για να έχουμε θύματα και επιχειρήματα για να τους καταγγείλουμε στα Ηνωμένα Έθνη».

Ο Νικόλαος Σκαρλάτος, στο προαναφερόμενο βιβλίο του, συνεχίζει την αφήγησή του:

«(οι πολιτικοί)  άφησαν τους Τούρκους όλο αυτό το διάστημα να ενισχυθούν με νέες αποβατικές δυνάμεις και να βελτιώσουν τις θέσεις τους χωρίς να μας επιτρέψουν να αντισταθούμε με όλα τα διαθέσιμα μέσα. Τότε ήμασταν σε πιο πλεονεκτική θέση μπορούσαμε να ανατρέψουμε την κατάσταση με κάποιες προϋποθέσεις. Όμως οι εντολές που λαμβάναμε μας απαγόρευαν να κτυπούμε για να μην τους προκαλούμε. Από την Αθήνα δεν είχε φτάσει καμία ενίσχυση. Καμία αναπλήρωση απωλειών και υλικού. Ούτ΄ ένα φυσίγγιον. Η δήλωση του Μαύρου ήταν κενή περιεχομένου. Δεν τον πιστέψαμε τον Μαύρο. Λόγια του αέρα. Η Αισέ (το συνθηματικό των Τούρκων για το δεύτερο γύρο) ξεκινούσε την επαύριο για διακοπές. Ξεκινούσε δηλαδή για πόλεμο.»

Καμία ένδειξη ότι οι Καραμανλής και Μαύρος, θα κάνουν πόλεμο. Ούτε καν ένδειξη να συνδράμουν έστω κι ελάχιστα την Κύπρο που την μακέλωνε και τη μαγάριζε ο Αγαρηνός. Οι δημοκράτες τάχα και οι εθνοσωτήρες αγρόν ηγόραζαν. Γιόρταζαν την ανάληψη της εξουσίας. Το Κράτος που ανάλαβαν να διαχειριστούν επρόκειτο να το χρεωκοπήσουν.

Σε λίγες ώρες μετά τη δήλωση του Μαύρου τα στρατευμένα νιάτα της Κύπρου μαζί με τους χαμηλόβαθμους αξιωματικούς ελλαδίτες αδελφούς θα ζούσαν την ταπείνωση αλλ΄ όχι τον πόλεμο.

Συνεχίζει ο Νικόλαος Σκαρλάτος:

«14 Αυγούστου 1974. Γύρω στις 8.00 το πρωί μας εστάλη μήνυμα ότι θα πετούσαν από πάνω μας ελληνικά αεροπλάνα για υποστήριξη. Μέχρι τότε νιώθαμε εγκαταλελειμμένοι.  Γύρω στις 11.00 ένα ζεύγος μαχητικών στα οποία δεν φαίνοντο τα διακριτικά τους εμφανίστηκε από την πλευρά της Μόρφου, πετώντας προς Αγύρτα και τον Πενταδάκτυλο. Πέταξαν σε χαμηλό ύψος πάνω από τη θέση της πυροβολαρχίας χωρίς να μας προσβάλουν. Οι στρατιώτες ζητοκραύγασαν ότι είναι ελληνικά και  βγήκαν από τα ορύγματα. Τα χαιρετούσαν μ΄ενθουσιασμό.  Ωστόσο μας επεφύλασσαν εκπλήξεις. Έκαναν κύκλο και ξαναγύρισαν. Ξέρασαν φωτιά και καυτό μολύβι κατά πάνω μας. Ευτυχώς όμως οι χειριστές των  αντιαεροπορικών πετάχτηκαν γρήγορα στις θέσεις τους και άρχισαν πυρά…

Νοέμβριος 1974. Με προσωπική, άκρως απόρρητη, διαταγή, το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων της Ελλάδας ζητούσε ξεχωριστά από τον κάθε αξιωματικό, που υπηρετούσαμε στην Κύπρο, να υποβάλουμε, εντός δεκαπενθημέρου, εκθέσεις επί των γεγονότων που έλαβαν χώραν στην Κύπρο κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, με διαπιστώσεις και συμπεράσματα. Τις αποστείλαμε. Μετά από λίγο καιρό με νεώτερη διαταγή, την οποία υπόγραφε ο τότε υπουργός Άμυνας, Γεώργιος Αβέρωφ, διατασσόμασταν να καταστρέψουμε τα εις χείρας μας αντίγραφα των εκθέσεών μας και ν΄ αναφέρουμε εκτέλεση. Αν δεν εκτελούσαμε οι εκθέσεις θα εχρησιμοποιούντο εναντίον μας. Έτσι νόμιζαν θα έσβηναν αυτή τη μαύρη σελίδα της Ιστορίας».

Παναγιώτης Κλεοβούλου
Δικηγόρος Κύπρος

Αφήστε το σχόλιο σας

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ